παραλύομαι

παραλύομαι
παραλύω
loose and take off
pres ind mp 1st sg (epic)
παραλύ̱ομαι , παραλύω
loose and take off
pres ind mp 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • παραλύω — ΝΜΑ, και παραλώ Ν 1. επιφέρω αδυναμία, προκαλώ εξασθένηση και χαύνωση, εξαντλώ (α. «η πείνα μέ έχει παραλύσει» β. «κἄν ἐπιμείνῃ τις, παρέλυσεν, ἐλωβήσατο», Πλάτ.) 2. (το ενεργ. και το παθ.) χάνω τη δύναμη μου, εξασθενώ (α. «ταράττεται η ψυχή μας …   Dictionary of Greek

  • ԼՔԱՆԻՄ — (լքայ.) NBH 1 0908 Chronological Sequence: Early classical, 10c կր. եւ ձ. ԼՔԱՆԻՄ παραλύομαι dissolvor ὁλιγωρέομαι parvipendor, negligor ἠττάομαι vincor (լծ. եւ langueo, liquesco ) որ եւ ԼՔՆՈՒԼ. Թողեալ լինել. թողանալ. թուլանալ. պարտիլ՝ պարտասիլ.… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”